ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΝΕΑ
Διάγνωση Αλτσχάιμερ με μια απλή εξέταση αίματος - Και στην Ελλάδα η επαναστική μέθοδος
Featured

Διάγνωση Αλτσχάιμερ με μια απλή εξέταση αίματος - Και στην Ελλάδα η επαναστική μέθοδος

Μπορεί μια μόνο εξέταση αίματος να ανιχνεύσει έγκαιρα τη νόσο Αλτσχάιμερ; Δεν αναφερόμαστε στο μέλλον, αλλά για κάτι που συμβαίνει τώρα και μάλιστα και στην Ελλάδα.

Ένα καινοτόμο αιματολογικό τεστ κατάφερε να γίνει η νέα, πιο απλή και λιγότερο επεμβατική μέθοδος για την ανίχνευση ασθενειών, όπως η νόσος Αλτσχάιμερ. Πρόκειται για μια τεχνολογία που βασίζεται στην ανάλυση δειγμάτων αίματος και μπορεί να εντοπίσει συγκεκριμένους βιοδείκτες που σχετίζονται με την παρουσία ή την εξέλιξη νευροεκφυλιστικών παθήσεων.

Μετά την πρόσφατη έγκριση του τεστ (με την ονομασία Lumipulse) από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA), το Εργαστήριο Βιοπληροφορικής και Ανθρώπινης Ηλεκτροφυσιολογίας (BiHELab) του Ιονίου Πανεπιστημίου, είναι έτοιμο να το εντάξει άμεσα στις διαγνωστικές του μεθόδους.

Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο αποτελεί έναν από τους πλέον δραστήριους ακαδημαϊκούς φορείς στην Ελλάδα στον τομέα της έρευνας για τις νευροεκφυλιστικές παθήσεις, με το Εργαστήριο Βιοπληροφορικής και Ανθρώπινης Ηλεκτροφυσιολογίας BiHELab (με έδρα την Κέρκυρα), να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή αυτής της προσπάθειας.

Το εργαστήριο έχει αναπτύξει συστηματική ερευνητική δραστηριότητα πάνω στην ανίχνευση και κατανόηση των μηχανισμών που συνδέονται με διάφορες μορφές άνοιας και άλλες νευρολογικές διαταραχές. Η ερευνητική του δουλειά εκτείνεται από την καταγραφή και ανάλυση νευροφυσιολογικών δεδομένων μέχρι τη χαρτογράφηση και προσομοίωση σχετικών παραμέτρων μέσω μαθηματικών μοντέλων και τεχνικών τεχνητής νοημοσύνης.

Επιπλέον, το Ιόνιο Πανεπιστήμιο έχει ιδρύσει τη Μονάδα Ιατρικής Ακριβείας για τη Νόσο Αλτσχάιμερ και τις Συναφείς Διαταραχές, η οποία υπάγεται στο Ινστιτούτο Ψηφιακής Βιοϊατρικής του Πανεπιστημιακού Κέντρου Έρευνας και Καινοτομίας. Η ενσωμάτωση του τεστ στις δραστηριότητές του θεωρείται πως θα ενισχύσει τη δυνατότητα έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης, προσφέροντας ελπίδα για καλύτερη διαχείριση της νόσου Αλτσχάιμερ και στη χώρα μας.

Γιατί το τεστ αλλάζει τα δεδομένα στη διάγνωση του Αλτσχάιμερ

Σε αντίθεση με πιο παραδοσιακές και συχνά πιο πολύπλοκες διαδικασίες, όπως η λήψη εγκεφαλονωτιαίου υγρού ή η μαγνητική τομογραφία, το τεστ προσφέρει ένα λιγότερο αγχωτικό και ευκολότερο στη χρήση εργαλείο για τη διάγνωση. Μέσω μιας απλής αιμοληψίας, οι γιατροί μπορούν να έχουν μια πρώτη αξιόπιστη εικόνα για πιθανές αλλαγές στον εγκέφαλο που συνδέονται με τη νόσο Αλτσχάιμερ.

Και αυτό είναι πολύ σημαντικό καθώς η έγκαιρη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ επιτρέπει την έναρξη θεραπευτικών παρεμβάσεων νωρίς, όταν μπορούν να επιβραδύνουν την εξέλιξη των συμπτωμάτων και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής του ασθενούς και της οικογένειάς του.

Όσο νωρίτερα εντοπιστεί η νόσος, τόσο περισσότερες είναι οι δυνατότητες για καλύτερη διαχείριση και υποστήριξη. Σήμερα, πάνω από 55 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως ζουν με κάποια μορφή άνοιας, με τη νόσο Αλτσχάιμερ να αποτελεί την πιο συχνή αιτία. Ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά τις επόμενες δεκαετίες, καθιστώντας την έγκαιρη διάγνωση πιο αναγκαία από ποτέ. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι περίπου 160.000 άτομα πάσχουν από τη νόσο, ενώ συνολικά 213.000 άνθρωποι ζουν με κάποια μορφή άνοιας.

Το τεστ έχει εγκριθεί σε αρκετές χώρες και εξελίσσεται σε ένα πολύτιμο εργαλείο όχι μόνο για την έγκαιρη διάγνωση, αλλά και για την παρακολούθηση της πορείας της νόσου. Αν και δεν αντικαθιστά πλήρως τις πιο εξειδικευμένες μεθόδους απεικόνισης, μπορεί να λειτουργήσει ως ένα πρώτο βήμα, βοηθώντας γιατρούς και ασθενείς να κινηθούν γρήγορα προς τη σωστή κατεύθυνση.

Η έγκριση από τον FDA

Το αιματολογικό τεστ έλαβε έγκριση από τον Αμερικανικό Οργανισμό Τροφίμων και Φαρμάκων στις 16 Μαΐου 2025, αποτελώντας το πρώτο αιματολογικό τεστ που εγκρίνεται για τη διάγνωση της νόσου Αλτσχάιμερ στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αναπτύχθηκε από την ιαπωνική εταιρεία Fujirebio Diagnostics και προορίζεται για άτομα ηλικίας 55 ετών και άνω που παρουσιάζουν συμπτώματα γνωστικής εξασθένησης. Το τεστ μετρά τα επίπεδα δύο πρωτεϊνών στο πλάσμα του αίματος — της pTau217 και της β-αμυλοειδούς 1-42 — οι οποίες σχετίζονται με την παρουσία αμυλοειδικών πλακών στον εγκέφαλο, χαρακτηριστικό της νόσου Αλτσχάιμερ.

Πριν από την επίσημη έγκριση από τον FDA, πραγματοποιήθηκε εκτενής κλινική αξιολόγηση με 500 δείγματα πλάσματος από ενήλικες με ενδείξεις γνωστικής εξασθένησης. Τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων συγκρίθηκαν με εκείνα από PET σαρώσεις και αναλύσεις εγκεφαλονωτιαίου υγρού, καταγράφοντας 91,7% επιβεβαίωση στα θετικά ευρήματα και 97,3% στα αρνητικά.

Σημειώνεται ότι το τεστ δεν προορίζεται για γενικό πληθυσμιακό έλεγχο και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται ως μοναδική διαγνωστική μέθοδος. Τα αποτελέσματά του πρέπει να ερμηνεύονται σε συνδυασμό με άλλες κλινικές πληροφορίες και εξετάσεις.